Ἀντιοχίδα

Ἀντιοχίδα
Ἀντιοχίδᾱ , Ἀντιοχίδης
masc nom/voc/acc dual
Ἀντιοχίδᾱ , Ἀντιοχίδης
masc gen sg (doric aeolic)
Ἀντιοχίς
fem acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Ἀντιοχίδαι — Ἀντιοχίδᾱͅ , Ἀντιοχίδης masc dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αιγιλία — Δήμος της αρχαίας Αττικής, που ανήκε στην Αντιοχίδα φυλή και βρισκόταν πιθανότατα απέναντι από τη Σαλαμίνα. Λεγόταν και Αίγιλος και φημιζόταν για τα σύκα του …   Dictionary of Greek

  • Αριαράθης — Όνομα βασιλιάδων της Καππαδοκίας, που κατάγονταν από τον Φαρνάκη και την αδελφή του Καμβύση, Άτοσσα. 1. Α. Α’ (405; – 322 π.Χ.). Δυνάστης της Καππαδοκίας, υποτελής του Αρταξέρξη Γ’, ο οποίος μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου έγινε κυρίαρχος… …   Dictionary of Greek

  • Ατήνη — Αρχαίος δήμος της Αττικής κοντά στην Ανάφλυστο. Ανήκε στην Αντιοχίδα, τη Δημητριάδα και, τέλος, στην Ατταλίδα φυλή. Οι κάτοικοί του λέγονταν Ατηνιείς ή Ατανείς …   Dictionary of Greek

  • Εροιάδες ή Ερωίδες — Δήμος της αρχαίας Αττικής, που ανήκε στην Ιπποθοωντίδα φυλή. Μετά τον 4o αι. π.Χ., αναφέρεται ότι ανήκε στην Αντιοχίδα φυλή. Τον τοποθετούν είτε στον Κορυδαλλό, Δ του Πειραιά, είτε κοντά στον Γέρακα του Χαρβατιού …   Dictionary of Greek

  • Ηρακλείδης — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ηγεμόνας των Ελλήνων που κατοικούσαν στα Μύλαδα της Καρίας (αρχές 6ου – μέσα 5ου αι. π.Χ.). Όταν έγινε η επανάσταση των ιωνικών πόλεων το 489 π.Χ, ο Η. τέθηκε επικεφαλής των επαναστατών, κυρίευσε την οδό προς τα… …   Dictionary of Greek

  • Κριώα — Αρχαίος δήμος της Αττικής. Ανήκε στην Αντιοχίδα φυλή και η ονομασία του οφειλόταν στον μυθικό επώνυμο ήρωα, Κρίο. Κατά πάσα πιθανότητα, η Κ. βρισκόταν κοντά στη σημερινή Παλλήνη, επειδή ο επώνυμος ήρωας της αρχαίας Παλλήνης, Πάλλας, ήταν –κατά τη …   Dictionary of Greek

  • Λέκκον — Αρχαίος δήμος της Αττικής, που ανήκε στην Αντιοχίδα φυλή. Βρισκόταν Α της πηγής Λικάνουρα, στη βόρεια πλευρά του Υμηττού, Δ του Αγίου Νικολάου. Στο σημείο αυτό διακρίνονται μέχρι σήμερα ίχνη παλιού συνοικισμού …   Dictionary of Greek

  • Παλλήνη — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. Αναφέρεται και ως Βαλλήνη. 1. Κόρη του Αληνονέα και αδελφή της Αστερίας. 2. Κόρη του Σίθωνα και επώνυμη ηρωίδα της Παλλήνης. II Σημαντικός δήμος της Μεσογαίας της Αττικής, που ανήκε στην Αντιοχίδα φυλή. Κατά την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”